Έκθεση στο Θέρμο Αιτωλοακαρνανίας με θέμα "Περί όνου σκιάς"



 Αύγουστος 2011     20/8 – 27/8/2011


Σχόλιο από τον Κώστα Μαρίνο για τον τίτλο της συλλογής "Περί όνου σκιάς"    

Περί όνου σκιάς (για τη σκιά του γαϊδάρου), φράση που σημαίνει τη σοβαρή διαφωνία για ασήμαντα ζητήματα.
Από πού, όμως, προήλθε;
Η ιστορία ξεκινά απ'τη θρακική πόλη Άβδηρα. Οι Αβδηρίτες πρωταγωνιστούσαν στα ανέκδοτα της αρχαιότητας, (όπως οι Πόντιοι στα σημερινά), παρ' όλο που απ' την πόλη αυτή κατάγονταν αναλογικά οι περισσότεροι σοφοί : οι ατομικοί φιλόσοφοι Λεύκιππος και Δημόκριτος, ο φιλόσοφος Ανάξαρχος, ο σοφιστής Πρωταγόρας, ο ιστορικός Εκαταίος
Λέει λοιπόν η ιστορία:
«Ο οδοντογιατρός Σκύλαξ, επειδή η γαϊδούρα του γέννησε πρόωρα, νοίκιασε άλλο γάιδαρο για να μεταβεί στη γειτονική Μαρώνεια. Ο ιδιοκτήτης του γαϊδάρου (ονόματι Άνθος), προχωρούσε πεζός, κρατώντας το ζώο από το σχοινί. Στο δρόμο, επειδή ο ήλιος έκαιγε, σταμάτησαν να ξεκουραστούν και άρχισαν να μαλώνουν διότι ο Άνθος, με το επιχείρημα, «σου νοίκιασα το ζώο, δεν σου νοίκιασα την σκιά του», δεν άφηνε το Σκύλακα να ξαπλώσει δωρεάν στη σκιά του γαϊδάρου.
Η υπόθεση έφτασε τάχα στο δικαστήριο, που όμως αδυνατούσε να βγάλει απόφαση και η πόλη διχάστηκε, διότι το ζήτημα απέκτησε προεκτάσεις που αφορούσαν και στα ακίνητα κ.λ.π.
Τελικά η μόνη απόφαση που πάρθηκε ήταν να θυσιαστεί ο γάιδαρος ως εξιλαστήριο θύμα. Στη συνέχεια λέγεται πως οι Αβδηρίτες ανήγειραν μνημείο εις ανάμνηση του γεγονότος»....
Το ανέκδοτο, βέβαια κυκλοφορούσε σε πολλές παραλλαγές, για διάφορους τόπους σαν το τραγούδι «του Κίτσου η μάνα». Κατά μία αθηναϊκή παραλλαγή, μιλούσε ο Δημοσθένης στην εκκλησία του Δήμου για σπουδαία Εθνικά ζητήματα, αλλά οι ακροατές δεν έδιναν καμιά προσοχή στα λεγόμενα του: Κουβέντιαζαν μεταξύ τους, άλλοι φούσκωναν ασκιά, κοιμούνταν, και κανένας δεν άκουγε. Ο Δημοσθένης ενοχλημένος σταμάτησε ξαφνικά να μιλά και άρχισε να τους λέει το ανέκδοτο. Όλοι άκουγαν με προσοχή. Σταμάτησε όμως πριν ολοκληρώσει την διήγηση. Τι έγινε παρακάτω; Πετάχτηκε σύσσωμο το ακροατήριο. Και ο Δημοσθένης: -Αλίμονο στην Αθήνα, που οι κάτοικοι της δείχνουν περισσότερο ενδιαφέρον για την σκιά του γαϊδάρου (περί της σκιάς του όνου) παρά για τα κρατικά προβλήματα. (Ήταν η εποχή των πολέμων με το Φίλιππο της Μακεδονίας, περί το 340 π.χ )


Κώστας Μαρίνος
(Από το φύλλο 97 του Δρυμώνα)






Ομιλία του Τάσου Μπουγά, Πανεπιστημιακού καθηγητή στα εγκαίνια της έκθεσης ζωγραφικής στο Θέρμο

Αιδεσιμώτατοι, Κύριε Δήμαρχε, κυρίες και Κύριοι
Έχω τη χαρά, στα αποψινά εγκαίνια της έκθεσης ζωγραφικής του Νώντα Ρεντζή, να σας απευθύνω μερικά λόγια προλογίζοντας το ιδιαίτερο αυτό γεγονός, και να σας προσκαλέσω να απολαύσετε τη δεξιοτεχνία του ζωγράφου.

Ως τα τελευταία χρόνια ξέραμε όλοι τον “δικό μας” Νώντα ως εναν έµπειρο και καταξιωµένο οδοντίατρο µε τις προσωπικές του ευαισθησίες και τους ιδιαίερους προβληματισμούς του που πήραν σάρκα και οστά υπό τη συγκεκριμένη µορφή της στράτευσης στους κοινωνικούς αγώνες, οι οποίοι σημάδεψαν τους κρίσιµους καιρούς της πρόσφατης ιστορίας µας.

Και ξαφνικά, απροσδόκητα κι απροειδοποίητα, ένας άλλος Νώντας εμφανίζεται µπροστά µας, ήδη έτοιμος για καινούργιες περιπέτειες σε άγνωστους ως τώρα κόσμους µε την έµπειρη µατιά του επιδέξιου τεχνίτη που χειρίζεται µε σιγουριά τον χρωστήρα και κινείται µε άνεση στις αρμονίες των χρωμάτων. Ήταν πραγματικά µεγάλη η έκπληξη µου, όταν εδώ και µερικά χρόνια µου μίλησε για πρώτη φορά, στην αρχή συνεσταλµένα και διστακτικά - γιατί, παρά τα φαινόμενα, είναι εξ ιδιοσυγκρασίας ντροπαλός και µετριόφρων - για τους καινούργιους ορίζοντες και τις νέες του εµπειρίες και µου έδειξε κατόπιν µε καμάρι τους πρώτους ολοκληρωμένους πίνακές του, όλους από την παλιά ζωή του χωριού και το φυσικό του περιβάλλον.

Ἐκτοτε συντελέστηκε πλήρως η µεταμόρφωση του Νώντα και το νεοανακαλυφθέν ταλέντο του πήρε τις πραγματικές του διαστάσεις.

Απανωτές εκθέσεις υπό συλλογική και ατοµική μορφή µε αφετηριακό ορμητήριο τον τόπο της καταγωγής του, τον Δρυμώνα, κι ύστερα όλο και πιο τολμηρά και απαιτητικά, σε γνωστές αίθουσες της Αθήνας, του Πειραιά και  της Ναυπάκτου τράβηξαν το ενδιαφέρον των ανθρώπων της τέχνης και την εταστική µατιά των ειδηµόνων του εικαστικού χώρου. Οι ως τώρα διατυπωθείσες αποτιµήσεις του έργου του Νώντα από τον κόσµο των επαϊόντων υπερβαίνουν τις προσδοκίες και προοιωνίζονται περαιτέρω θετικές εξελίξεις.

 Σε τί συνίσταται η ιδιαιτερότητα της ζωγραφικής του Νώντα και ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της;  Κατά την ετυμηγορία των τεχνοκριτικών και των ιστορικών της τέχνης, το είδος ζωγραφικής που καλλιεργεί ο Νώντας ανήκει στην κατηγορία της αποκληθείσας λαϊκής τέχνης (art naïf), όχι µε τη µειωτική εκδοχή του άποιου και υποδεέστερου, του ελάσσοντος και κατά συνέπεια αµελητέας αξίας προϊόντος, αλλά µε τη σηµασία του αυθόρµητου και πηναίου, του αγνού και αψιµυθίωτου, του λιτού και απέριττου που εκφράζει αυθεντικά τη λαϊκή ψυχή, κατ' αντιδιαστολή προς τους αυστηρούς κανόνες της λεγόμενης "ακαδημαϊκής" τέχνης και τους ακροβατισμούς της εκάστοτε επαναστατικής πρωτοπορίας (avant-garde). Ο λαϊκός ζωγράφος δεν διαθέτει τη θεωρητική υποδοµή του καθιερωµένου τύπου καλλιτέχνη µε εξαντλητικές σπουδές σε Σχολές Καλών Τεχνών και μακρόχρονη μαθητεία κοντά σε καταξιωμένους δασκάλους, ώσπου να σµιλευτεί σταδιακά η ιδιαιτερότητα της καλλιτεχνικής του φυσιογνωμίας, αντίθετα, είναι αυτοδίδακτος και δρα αυτόνομα και αυτεξούσια, αντλώντας τη δημιουργική του ρώμη από µια µυστηριώδη πηγή έμπνευσης που παίρνει τη µορφή έμφυτων δεξιοτήτων. 
Παλιότερα μιλούσαν στις περιπτώσεις αυτές για "σφραγίδα" µιας ανεξιχνίαστης, κατά κανόνα θείας προέλευσης "δωρεάς" που νομιμοποιούσε τον κάτοχό της ως γνήσιο εκφραστή του πνεύματος και της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Θα αναφέρω µερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα εγνωσμένης αξίας λαϊκής τέχνης, από τη διεθνή εικαστική σκηνή τον περίφημο Henri Rousseau τον αποκαλούμενο Douanier (τελώνη) (1844 - 1910), που έτυχε αναγνώρισης από προβεβλημένους εκπροσώπους της "επίσημης" ζωγραφικής (DelaunayPicasso), και από τον ελληνικό χώρο τον λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο και τον συγγραφέα και νέο-βυζαντινής τεχνοτροπίας αγιογράφο και ζωγράφο Φώτη Κόντογλου, μοτίβα του οποίου επανευρίσκονται και υπό τον χρωστήρα του Γιάννη Τσαρούχη.

 Σε ότι αφορά τη θεµατική των έργων του Νώντα, δηλ. τα αντικείµενα που αναπαριστούν και ταυτόχρονα αναδημιουργούν οι πίνακες του (έµψυχο και άψυχο υλικό, τοπία, ανθρώπινες φυσιογνωμίες και δραστηριότητες, ατμοσφαιρικές και ιδιοσυγκρασιακές αποτυπώσεις της πραγµατικότητας), η έµπνευση του τροφοδοτείται κατά κύριο λόγο από την αγροτική ζωή στις ποικιλόµορφες εκφάνσεις της, πριν η ύπαιθρος αποψιλωθεί ολοκληρωτικά προς όφελος των συνεχώς διογκούμενων αστικών Κέντρων και μετατραπούν σε άσαρκα φαντάσματα τα άλλοτε σφύζοντα από ανθρώπινη παρουσία και ενεργητικότητα χωριά µας. Η ζωγραφική του Νώντα είναι ένας γεµάτος νοσταλγία πολυφωνικός ύμνος στη ζωή του ξωµάχου, που ανασύρει από τη λήθη με τη μαγεία της εικόνας µια καταποντισµένη Ατλαντίδα, εκείνη της εξιδανικευµένης διαβίωσης μας στην αγκαλιά της φύσης, όταν ενωτιζόµασταν τους παλμούς της γης στην εναλλαγή των εποχών και των συνακόλουθων αγροτικών δραστηριοτήτων. Μέσω της τέχνης του, ο Νώντας αυτονομιµοποιείται ως εκφραστής µιας ολόκληρης γενιάς, της δικής µας, της τελευταίας που είχε το προνόμιο να ζήσει οργανικά την ακόµα ανέπαφη κι ατόφια ζωή της υπαίθρου στη λιτή αυτάρκεια της και µε τις καλές και κακές της όψεις. Μιλούµε γα την περίοδο των δύο περίπου δεκαετιών που ακολούθησε τη λήξη του Δεύτερου Παγκόσµιου Πολέμου.

 Ας σηµειωθεί εδώ παρενθετικά, ότι η αναπόληση και αναψηλάφηση αυτή ενός παρωχημένου κόσµου που αναδύεται αδρά από την αχλή του παρελθόντος µέσω της µετουσίωσης του σε αισθητικό γεγονός, επιχειρείται παράλληλα και σε δυο άλλους τοµείς από τον καλλιτέχνη µας.Ο ένας είναι ο χώρος της γλώσσας, όπου ο Νώντας αποθησαυρίζει υπομονετικά την ιδιωµατική "ντοπιολαλιά" της περιοχής μας,για να χρησιµοποιήσω έναν άκοµψο και κακόηχο όρο που πέρασε ατυχώς στο ευρείας χρήσης λεξιλόγιο του καιρού µας. Η άλλη ατραπός αναδρομής στο παρελθόν και συντήρησης της φθίνουσας παράδοσης που επέλεξε ο Νώντας είναι η πιστή περιγραφή τοπικών ηθών και εθίµων και η λεπτοµερειακή καταγραφή προ πολλού απορφανισθέντων επαγγελμάτων και επιτηδευµάτων µε την τεχνική τους σκευή και τις εργασιακές τους διαδικασίες. Τα αποτελέσµατα των διερευνήσεων του και στους δυο αυτούς τοµείς, που εκτίθενται σε µια χυμώδη και ευρηµατική γλώσσα, δηµοσιεύονται τακτικά στα πληροφοριακά έντυπα των τοπικών Συλλόγων.

 Ξαναγυρνώ στο κύριο αντικείµενο της αποψινής εκδήλωσης που είναι η παρουσίαση του εικαστικου έργου του Νώντα Ρεντζή, µε µια συμβουλή στους φιλότεχνους επισκέπτες: Μην αποπειραθείτε να ζητήσετε από έναν καλλιτέχνη, του Νώντα µη εξαιρουµένου, να σας εξηγήσει το νοηµα και τον σκοπό της δημιουργίας του,γιατί θα απογοητευτείτε. Δεν θα σας το πει, όχι γιατί δεν θέλει, επειδή ίσως επιθυµεί να κρατήσει απόρρητο τον αποκρυπτογραφικό κώδικα της τέχνης του σαν ένα καλοφυλαγμένο,"κατεσφραγισµένον σφραγίσιν επτά" μυστικό, αλλά απλούστατα γιατί δεν ξέρει, επειδή το προϊόν της τέχνης του δεν υπηρετεί κανένα νόηµα και κανέναν στόχο. Η καλλιτεχνική δηµιουργία δεν είναι αποκύηµα νόησης, αλλά γέννημα βίωσης, δεν είναι αποτέλεσµα λογικών κατασκευών και διασκεπτικών διεργασιών, αλλά ξεχείλισµα ψυχής που τελεί υπό τη δυναστική εξουσία µιας Ιδιότυπης συγκινησιακής φόρτισης και πλησµονής εσωτερικών εμπειριών που ζητούν τη διέξοδο της εξωτερίκευσης μέσω του καλλιτεχνήµατος. Από την άποψη αυτή, ο καλλιτέχνης εμφανίζεται περισσότερο ώς παθητικός δέκτης ανεξιχνίαστων δυνάµεων που τον χρησιμοποιούν ως ευπειθή φορέα και φερέφωνο παρά ως δρων υποκείµενο που πρώτα γεννά τον ονειρικό κόσµο της φαντασίας κι ύστερα τον τιθασεύει, υποβάλλοντας τον στη µορφοποιούσα πειθαρχία της καλλιτεχνικής δηµιουργίας. Στη συνάρτηση αυτή, θέλω να υπενθυμίσω τον περίφημο ορισμό της ποιητικής έµπνευσης που βρίσκεται στον πλατωνικό διάλογο Ίων:

"Οὐ πρότερον οἷος τε ποιεῖν [ὁ ποιητής] πριν ἄν ἔνθεός τε 
γένηται καί ἔχφρων καί ὁ νοῦς µηκέτι ἐν αὐτῷ ένη.. (ίων 5943) λέει ο Σωκράτης.
 (Δεν είναι σε θέση να δημιουργήσει ο ποιητής, πριν δεχθεί τη θεία έμπνευση και περιέλθει σε κατάσταση αλλοφροσύνης, χάνοντας τον νου του).

Δύο και πλέον χιλιετηρίδες αργότερα, τα ἴδια περίπου θα πει και ο Nietzsche, στη δική του γλώσσα, περιγράφοντας την εμπειρία της έµπνευσης, υπό το κράτος της οποίας συνέθεσε τον "Ζαρατούστρα ":
 Έχει κανείς την αίσθηση", σημειώνει ο Nietzsche, "πως δεν είναι παρά ενσάρκωση, φερέφωνο, όργανο συντριπτικών δυνάµεων... «Ακοὺς, δεν ψάχνεις να βρεις, παίρνεις χωρίς να ρωτάς ποιος δίνει. Κάθε σκέψη γεννιέται σαν φεγγοβόληµα αστραπής, έτοιµη στην αναγκαιότητα της τελικής της μορφής – δεν είχα ποτέ την επιλογή».(Ecce homo)

Ας µου επιτραπεί µια τελευταία αναδροµή στο παρελθόν εις αναζήτηση βιωματικών εμπειριών φορά που τροφοδότησαν την τέχνη.Αυτή την φορά θα  ανατρέξω στη χριστιανική Δύση του αρχόμενου 5ου αιώνα, στη µεγάλη φυσιογνωμία του ιερού Αυγουστίνου (354 - 490) και το έξοχο αυτοβιογραφικό του έργο υπό τον τίτλο “Εξομολόγηγης” (Confessiones).

Διερωτάται εδώ ο επιφανής επίσκοπος της Ἱππώνας για τη φύση του βιούµενου χρόνου που συνιστά την ουσία της επίγειας ζωής του ανθρώπου και δίνει την εξής απάντηση - σε ελεύθερη απόδοση :
“Τι είναι, λοιπόν, ο χρόνος ; Αν δεν με ρωτήσουν ξέρω. Αν με ρωτήσουν δεν ξέρω”.  (ΧΙ, 14)

Αυτή ακριβώς είναι και η εμπειρία του καλλιτέχνη που αποτυπώνει στη ζωγραφιά, το ποίηµα, το γλυπτό, τη μουσική σύνθεση, τον εσωτερικό του κόσμο δίνοντας του υλική υπόσταση.Το καλλιτέχνηµα είναι ένα είδος ιερογλυφικής γραφής, η αποκρυπτογράφηση της οποίας εναπόκειται στον εκάστοτε αποδέκτη του, θεατή ή ακροατή. Αν πρέπει να αναζητηθεί εδώ νόηµα, αυτό είναι έργο του αποδέκτη, ο οποίος αναδεικνύεται σε σημασιοδοτούσα αρχή του καλλιτεχνήματος, στον βαθµό που ανακαλύπτει και οικειοποιείται µια μυστηριώδη αντιστοίχιση και διαπίδυση ανάμεσα στο έργο τέχνης και τον βιωµατικό του κόσµο. Το νόημα είναι η συνάντηση δύο υποκειµενικοτήτων,του καλλιτέχνη και του αποδέκτη του έργου του, µε τη διαμεσολάβηση της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Η συνάντηση αυτή είναι η πεµπτουσία του βιώµατος που αποκαλούμε αισθητική συγκίνηση.

 Δυο λόγια για τον τίτλο της έκθεσης που επέλεξε ο Καλλιτέχνης: "Περί όνου σκιάς ". Πρόκειται για µια παροιµιώδη ρήση µε διαχρονική χρηση απο την αρχαιότητα ως τις µέρες µας Και µε αναλλοίωτη δια µέσου των αιώνων τη σηµασια της : φιλονικία για ασήμαντα και ανάξια λόγου πράγματα ή, στη διατύπωση του αρχαίου ορισμού: "Παροιμία περί των ενδιατριβόντων τοις μηδενός αξίοις ".

 Όπως είναι γνωστό, το γαϊδουράκι ήταν ανέκαθεν ένας αναντικατάστατος παράγοντας της αγροτικής οικονοµίας καιτων πολύµορφων  δραστηριοτήτων της υπαίθρου, εξ ου και η τιμητική του παρουσία στους πίνακες του Νώντα. Θα ριψοκινδυνεύσω μερικές υποθέσεις για την πρωτότυπη επιλογή του ζωγράφου κι ας παραβλέψει ο ίδιος πιθανές αστοχίες μου.Η ερμηνευτική μου προσπάθεια αρχίζει με τη σκωπτική και φιλοπαίγμονα διάθεση του Νώντα, που αποτελεί απαραγνώριστο στοιχείο της ιδιοσυγκρασίας του (πρώτη υπόθεση), περνά από την εγνωσμένη σεμνότητα και μετριοφροσύνη του καλλιτέχνη που αδικεί τον εαυτό του, αν υποτιµά την προσφορά του (δεύτερη υπόθεση) και τελειώνει µε την υπαινικτική αναφορά στην τραγικότητα της ιστορικής µας συγκυρίας, όπου αναδεικνύεται συχνά το ασήμαντο και επουσιώδες εις βάρος του κατ’ εξοχήν σημαντικού και ουσιώδους(τρίτη υπόθεση).

Ποιος είπε, πως οι άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης δεν διαθέτουν πολιτικές και κοινωνικές ευαισθησίες και δεν λειτουργούν σε καίριες στιγµέςτης ιστορικής µας διαδροµής ως εκπληκτικής ακρίβειας σεισμογράφοι της επικαιρότητας;

Θέλω να συγχαρώ µε ιδιαίτερη θέρµη τον Νώντα για τον υπέροχο άθλο της καλλιτεχνικής του δημιουργίας και να του ευχηθώ εκ βάθους ψυχής εύχυµη την καρποφορία της καινούργιας αποστολής του, για να µας χαρίζει γενναιόδωρα µε τη µαγεία των χρωμάτων την απαράμιλλη ομορφιά του κόσμου.
Τάσος Μπουγάς